περίμενα τη συνάντηση
με τους παλιούς συμμαθητές μου,
τους παιδικούς μου φίλους, με λαχτάρα. οι αγκαλιές , τα φιλιά η συγκίνηση που νιώσαμε το βράδυ της Παρασκευής μας αποζημίωσαν με το παραπάνω. Απλά ήξερα ότι είναι οι φίλοι μου .
περίμενα τη συνάντηση
με τους παλιούς συμμαθητές μου,
τους παιδικούς μου φίλους, με λαχτάρα. οι αγκαλιές , τα φιλιά η συγκίνηση που νιώσαμε το βράδυ της Παρασκευής μας αποζημίωσαν με το παραπάνω. Απλά ήξερα ότι είναι οι φίλοι μου .
-Που μένεις ; ρωτάει έναν παππού. - Δε μένω . Απαντάει . Ένα πικρό χαμόγελο μου βγαίνει καθώς βρίσκω σοφή την απάντησή του . Μονάδα Βραχείας Νοσηλείας. Όλοι περιμένουν και εδώ. Αφού περίμεναν και σε τόσες άλλες ουρές πριν. Η διαφορά ; τώρα έχουν και ορό . Ε, είναι ένα βήμα . Περιμένουν και περιμένουν. Περνούν οι ώρες. Αλλάζουν οι βάρδιες των γιατρών, των νοσοκόμων . Αυτοί εκεί. Περιμένουν. Έρχεται η νέα βάρδια. Ξαναπερνάει η άρτι - αφιχθείσα νοσοκόμα και ξαναρωτάει. Εσείς τι έχετε ; Τι εξετάσεις κάνατε;
Ρωτάς ... θα αργήσει ο γιατρός ; α θα περιμένετε . Δε βλέπετε τι γίνεται; Ο παππούς τι έχει; Που είναι οι εξετάσεις του; Μα εσείς τις έχετε , λέει η γιαγιά που συνοδεύει τον παππού. Α εμείς τις έχουμε. Ε καλά . Θα περιμένετε και σεις .
Έχω μάθει το ιατρικό ιστορικό των 10 ανθρώπων που περιμένουν μαζί μας και αρχίζω να τους συμπονώ και αυτούς. Άλλοι φέυγουν, άλλοι έρχονται , άλλοι απλώς περιμένουν. και φυσικά η ατάκα της ημέρας : Δεν ξέρω, θα σας πει ο γιατρός. Κάποιοι εκνευρίζονται απ' έξω και αρχίζουν να μαλώνουν μεταξύ τους. Επείγοντα περιστατικά έρχονται διαρκώς . Περιμένουμε . Αρχίζω να αρρωσταίνω και γω.
Ο πόνος των ανθρώπων στα κρεβάτια και η αξιοπρέπειά τους στο πάτωμα . Η αποθέωση της ξεφτίλας είναι οι τουαλέτες , οι οποίες είναι τρισάθλιες καθώς η καθαρίστρια είναι εξαφανισμένη τόσες ώρες. Δεν πίνω νερό, αν και έχει στεγνώσει το λαρύγγι μου γιατί σκέφτομαι ότι αν πιω, θα χρειαστεί να πάω στην τουαλέτα. με πλησιάζει μια νοσοσκόμα ευγενικά ( παρά την κούρασή της ) . έχω αρχίσει να παραμιλάω γαι το μπάχαλο ... ' ίσως να πάρετε εσείς το καρότσι με την ασθενή και να πάτε στο θάλαμο , γιατί θα αργήσουμε πολύ να βρούμε κάποιον να σας μεταφέρει.' έχουν περάσει ήδη 7 ώρες και είμαι στα όρια της αντοχής μου. τα όρια του ανθρώπινου πόνου και της χαμένης αξιοπρέπειας. ευχαριστώ που μ' ακούσατε. Καληνύχτα σας και να εύχεστε να μας έχει ο Θεός γερούς (-πάντα ν' ανταμώνουμε και να ξεφαντώνουμε ...όπως λέει και το τραγούδι , και ευτυχώς που δεν χάνω το χιούμορ μου) .
Όμως τα πράγματα δεν ήταν πάντα έτσι.. Στις 11 Μαΐου του 1926, ο δικτάτορας (και παππούς του σημερινού αντιπροέδρου της Κυβέρνησης) Θεόδωρος Πάγκαλος, απαγόρευσε την κοντή φούστα στις γυναίκες, απόφαση για την οποία έμεινε περισσότερο γνωστός στην ιστορία. Η απόφαση αυτή είναι χαρακτηριστική των ιδιορρυθμιών του πολιτικού. Προκάλεσε αντιδράσεις, έγινε τραγούδι και νούμερο σε επιθεωρήσεις και θεατρικές παραστάσεις, ακόμα και θέμα για ανέκδοτα. "Μου αρέσουν του Πάγκαλου τα γούστα που μας μάκρυνε τη φούστα". Επίσης με αφορμή τη διάταξη αυτή ο Γιώργος Μητσάκης έγραψε το τραγούδι :
_____________________________Στην εποχή του Πάγκαλου
Μουσική: Γιώργος Μητσάκης Στίχοι: Γιώργος Μητσάκης
_______________________
Στην εποχή του Πάγκαλου ήταν μακριές οι φούστες
στο Μοναστηράκι αράζανε οι σούστες
λίγοι περπατούσανε τότε με τις κούρσες
σταυροπόδι στις αυλές τι 'ναι αυτά που λες Σήμερα κι οι κόμισσες βαστούν κομπολογάκι
μπότα ως το γόνατο κι αβέρτα τσιγαράκι κοίτα πώς αλλάξανε τα χρόνια Δημητράκη
σταυροπόδι στις αυλές τι 'ναι αυτά που λες
Κι ο Μπαϊρακτάρης ο σκληρός δε σήκωνε ζορλίκι έκοβε απ' τους μάγκες το ένα το μανίκι
η μαγκιά τους έφευγε και το νταηλίκι
σταυροπόδι στις αυλές τι 'ναι αυτά που λες Σήμερα κι οι κόμισσες βαστούν κομπολογάκι
μπότα ως το γόνατο κι αβέρτα τσιγαράκι
κοίτα πώς αλλάξανε τα χρόνια Δημητράκη
σταυροπόδι στις αυλές τι 'ναι αυτά που λες.
___________________________________
Η διάταξη που έμεινε ιστορική είχε τον τίτλο (ημερομηνία εκδόσεως 30 Νοεμβρίου 1925) "Περί ορισμένου μήκους φουστών δεσποινίδων άνω των 12 ετών και κυριών κυκλοφορουσών εις δημόσια εν γένει μέρη και κέντρα".
"Ορίζομεν όπως αι κυρίαι και δεσποινίδες αι άνω των 12 ετών οσάκις περιέρχονται τα δημόσια εν γένει μέρη ως και όταν εισέρχονται εντός των δημοσίων κέντρων φέρωσι φούστας ων το κατώτατον άκρον δέον να απέχη από του εδάφους 30 εκατοστά.Του μέτρου θεωρούνται συνυπεύθυνοι οι γονείς ή οι επίτροποι των ανηλίκων κοριτσιών...Οι παραβάται της παρούσης καταδιώκονται και τιμωρούνται συμφώνως προς το άρθρον 007 του ποινικού νόμου..."
Το μέτρο, απ' ότι διέρρευσε, φαίνεται να το εμπνέυστηκε η κυρία Παγκάλου, μια μέρα στο γραφείο του συζύγου της.Ρώτησε τον αστυνομικό διευθυντή , που ήταν παρών, γιατί επέτρεπε στις γυναίκες να κυκλοφορούν με τα γόνατα έξω.Αυτή η παρατήρηση της θεωρήθηκε πολύ σωστή και προστέθηκε στην εκστρατεία του Πάγκαλου "κατά της ανηθικότητος στον δημόσιο βίο", που ήταν ένα από τα μεγαλόπνοα σχέδιά του.
Η εφαρμογή του μέτρου, έπειτα από κάποιες αναβολές , ώστε να προλάβουν να επιδιορθώσουν οι γυναίκες τα φορέματά τους, άρχισε στις 22 Μαρτίου του 1926.Μέχρι τότε γίνονταν μόνο συστάσεις.
Στο μεταξύ ο γυναικόκοσμος, όπως ήταν φυσικό, αναστατώθηκε και πολλές Αθηναίες έσπευσαν να συμμορφωθούν προς το μέτρο, ενώ άλλες δεν το πήραν σοβαρά και το αψήφησαν. Με την εφαρομογή άρχισαν οι διαπομπεύσεις στο κέντρο της Αθήνας.Αστυνομικοί σταματούσαν τις γυναίκες και μετρούσαν τα φορέματά τους. Εάν ήταν πιο ψηλά από 30 εκατοστά από το έδαφος, τις οδηγούσαν στο αυτόφωρο όπου τους επέβαλλαν πρόστιμο 100 δρχ.Εάν υπήρχαν υπότροπες, τότε ο νόμος επέβαλλε να τιμωρούνται στις γυναικείες φυλακές, με 1 έως 3 ημέρες κράτηση, αναλόγως την κρίση του δικαστηρίου, που εξέταζε την όλη εμφάνιση και συμπεριφορά.
Οι σκηνές που εκτυλίχθηκαν, ειδικά στο κέντρο της Αθήνας, ήταν απείρου κάλλους , με κυρίαρχο θέμα τη διαφωνία των γυναικών με τα αστυνομικά όργανα για το ακριβές μήκος του φορέματος ή της φούστας...
Τελικά , δεκάδες γυναίκες οδηγήθηκαν στα δικαστήρια και πλήρωσαν πρόστιμο, ενώ ορισμένες κλείστηκαν για δυο τρεις μέρες στη φυλακή.Στο μεταξύ, τα όργανα του Κράτους εμπνεύστηκαν ακόμη ένα σατανικό υπόμνημα στη διάταξη: για τις "κοινές " αποφάσισαν να μην ισχύσει το απαγορευτικό μέτρο, ούτως ώστε η κάθε κυρία ή δεσποινίς να φοβάται να κυκλοφορήσει με κοντή φούστα για να μη θεωρηθεί πόρνη".
O tempora , o mores !!!!
'πάλι λούστηκες και βγήκες έξω με βρεγμένο μαλλί; ' ,
'στα έλεγα εγώ', "ντύσου καλά, θα κρυώσεις' 'γιατί είσαι κομμένη; δεν τρως; έχεις κάτι;' 'να πας στο γιατρό' 'να τρως, κουράζεσαι' , ' "εγώ το καλό σου θέλω, όλοι οι άλλοι να σε φάνε θέλουν' , δείτε το βιντεάκι και είμαι απόλυτα σίγουρη ότι θα συμφωνήσετε. Η μανούλα ξέρει .
Φοβάμαι
τους ανθρώπους που εφτά χρόνια
έκαναν πως δεν είχαν πάρει χαμπάρι
και μια ωραία πρωία –μεσούντος κάποιου Ιουλίου–
βγήκαν στις πλατείες με σημαιάκια κραυγάζοντας
«Δώστε τη χούντα στο λαό».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που με καταλερωμένη τη φωλιά
πασχίζουν τώρα να βρουν λεκέδες στη δική σου.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που σου 'κλειναν την πόρτα
μην τυχόν και τους δώσεις κουπόνια
και τώρα τους βλέπεις στο Πολυτεχνείο
να καταθέτουν γαρίφαλα και να δακρύζουν.
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που γέμιζαν τις ταβέρνες
και τα 'σπαζαν στα μπουζούκια
κάθε βράδυ
και τώρα τα ξανασπάζουν
όταν τους πιάνει το μεράκι της Φαραντούρη
και έχουν και «απόψεις».
Φοβάμαι τους ανθρώπους
που άλλαζαν πεζοδρόμιο όταν σε συναντούσαν
και τώρα σε λοιδορούν
γιατί, λέει, δεν βαδίζεις στον ίσιο δρόμο.
Φοβάμαι, φοβάμαι πολλούς ανθρώπους.
Φέτος φοβήθηκα ακόμα περισσότερο.
τον κίνδυνο που έτσι φρικτά μας απειλεί. Κι όμως λανθάνουμε, δεν είν' αυτός στον δρόμο·
ψεύτικα ήσαν τα μηνύματα
(ή δεν τ' ακούσαμε, ή δεν τα νοιώσαμε καλά).
Άλλη καταστροφή, που δεν την φανταζόμεθαν, εξαφνική, ραγδαία πέφτει επάνω μας, και ανέτοιμους -πού πιά καιρός- μας συνεπαίρνει.
Κωνσταντίνος Π. Καβάφης